Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 άρχισε η «εκβιομηχάνιση» της γεωργίας στο χωριό μας. Άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους τα τρακτέρ και οι αλωνιστικές μηχανές. Μέχρι τότε τα χωράφια τα οργώνανε και τα στάχια τα αλώνιζαν με τα βόδια.
Όταν ήρθαν οι αλωνιστικές μηχανές, οι χωριανοί συγκεντρώνανε τα στάχια τους σε ένα χωράφι, συνήθως στου Χαράλαμπου το Λάκκο ή του Γιάννη του Παπαδάκη τα Γενιανά ή της Διαμάντας τα Πλάγια.
Εκείνα τα χρόνια έκαναν την εμφάνισή τους και τα πρώτα σκαπτικά μηχανήματα που με τη χρήση μιας συρόμενης καρότσας μετατρέπονταν σε φορτηγά και επιβατηγά αυτοκίνητα.
Ο Αντώνης ο Γραμματέας είχε αγοράσει μία σκαπτική μηχανή, τετράχρονη, μάρκας HONDA. Είχε αγοράσει και μια ρυμουλκούμενη καρότσα και έτσι είχε συγχρόνως και επιβατηγό και φορτηγό αυτοκίνητο.
Ένα καλοκαίρι, λοιπόν, είχε έρθει η αλωνιστική μηχανή και ο Αντώνης ο Γραμματέας συμφώνησε με τον Σήφη της Δεσποινιάς να βοηθήσει ο ένας στον άλλο για να κουβαλήσουνε τον καρπό, την ταγή, από το χώρο που είχαν αλωνίσει στα σπίτια τους.
Φορτώσανε την καρότσα του σκαπτικού με την ταγή, κάτσανε κι οι δύο στη μηχανή και ξεκινήσανε για το χωριό.
Όταν περάσανε το σχολείο και φτάσανε στη εκκλησία της Παναγίας στο Περαχώρι, για κάποιο λόγο ο Αντώνης έπεσε από τη μηχανή, η οποία συνέχιζε ακυβέρνητη την πορεία της προς του Χατζηδογιώργη το σόχωρο, στο γκρεμό, με επιβάτη το Σήφη που δεν είχε προλάβει να καταλάβει τι έγινε.
Μόλις έπεσε από τη μηχανή ο Αντώνης άρχισε να φωνάζει στο Σήφη:
- Πάτα φρένο, πάτα φρένο, πάτα φρένο.
-
Βέβαια, ο Σήφης ιδέα δεν είχε ούτε από φρένα ούτε που είναι τα φρένα. Βλέποντας, όμως, τη μηχανή να πηγαίνει προς τον γκρεμό, προλαβαίνει και πηδάει κι ο ίδιος από τη μηχανή.
Η μηχανή, όπως ήταν φυσικό, ακυβέρνητη έπεσε στον γκρεμό στου Χατζηδογιώργη το περιβόλι, ακριβώς στη στροφή στο Περαχώρι και αναποδογύρισε.
Μόλις την είδε ο Αντώνης να πέφτει, αρχίζει στις φωνές στο Σήφη:
- Δεν σου ‘λεγα να πατήσεις φρένο; Γιατί δεν πάτησες; Αφού σου ‘λεγα και σου ξαναέλεγα πάτα φρένο, γιατί δεν πάτησες;
-
Τότε ο Σήφης τα παίρνει στο κρανίο, ρίχνει δυο φυσές με το χαρακτηριστικό δικό του τρόπο και του λέει:
- Άμε στο διάολο και συ και το φρένο σου!!