Αν νομίζετε ότι στο χωριό μας κατά το παρελθόν δεν υπήρχαν εξωσυζυγικές σχέσεις κι όλα ήτανε όμορφα, ηθικά κι αγγελικά πλασμένα, κάνετε λάθος. Διαβάστε την παρακάτω ιστορία για να δείτε:
Τα παλιά χρόνια όποιος ήτανε βοσκός έπρεπε να «βλέπει», να βόσκει δηλαδή τα πρόβατά του μέρα ή νύκτα. Αλλιώς ο κίνδυνος να του τα κλέψουν ήταν πολύ μεγάλος.
Οι βοσκοί υποχρεωτικά μεροξημερωνότανε στα πρόβατα, χειμώνα – καλοκαίρι, μια που οι κλέφτες δεν ήξεραν εποχές και μάλιστα προτιμούσαν τις βροχερές νύκτες και τις νύκτες χωρίς φεγγάρι.
Ο άνδρας, λοιπόν, της Μαρίας (ψεύτικο όνομα για ευνόητους λόγους) ήτανε βοσκός και μεροξημερωνότανε στα πρόβατα.
Η Μαρία για να μην είναι μόνη λέγεται ότι κατά καιρούς είχε διάφορους εραστές. Ένας από αυτούς, λένε, διηγότανε το εξής περιστατικό:
Ο εραστής ήτανε με τη Μαρία στο σπίτι της όταν ξαφνικά, βράδυ, χτυπάει η πόρτα. Ήτανε ο άνδρας της που είχε έρθει απροειδοποίητα. Ο εραστής τα χάνει. Τι κάνω τώρα, από πού να φύγω αφού δεν έχει άλλη πόρτα; σκέφτεται.
Η Μαρία, όμως, δεν χάνει την ψυχραιμία της. Ανοίγει την πόρτα και του λέει:
- Ω, ήρθες κακομοίρη; Όφου και ξέχασα να σου πάρω τσιγάρα. Γλάκα, γλάκα να πάρεις τσιγάρα πριν κλείσει το μαγαζί.
Έτσι και έγινε. Ο σύζυγος έτρεξε να προλάβει το μαγαζί και ο εραστής έφυγε όμορφα κι ωραία από το σπίτι.