Πρόκειται για ομαδικό παιδικό παιγνίδι που παιζόταν με ένα μικρό κόκαλο από τα γόνατα αρνιών και κατσικιών, το στρουμπά.
Το κόκκαλο αυτό, ο στρουμπάς, έχει τέσσερις πλευρές. Δυο πιο φαρδιές και δυο πιο στενές.
Αυτές οι πλευρές δεν είναι όλες ίδιες. Από τις στενές πλευρές η μια είναι πιο ομαλή και λέγεται ΡΑΒΔΟΥΧΟΣ, ενώ η άλλη έχει δυο βαθουλώματα και λέγεται ΒΑΣΙΛΙΑΣ.
Οι φαρδιές πλευρές έχουν πάλι η μια βαθούλωμα και λέγεται ΚΛΕΦΤΗΣ, ενώ η άλλη εξόγκωμα και λέγεται ΨΩΜΑΣ.
Τα παιδιά έριχναν το στρουμπά και ανάλογα από την πλευρά που αυτός θα σταματούσε γίνονταν «Βασιλιάς», «Ραβδούχος», «Κλέφτης» ή «Ψωμάς». Αν ο στρουμπάς σταματούσε όρθιος με τη στενότερη πλευρά, πράγμα πολύ δύσκολο, τότε αυτός που τα κατάφερνε έπαιρνε το «Δωδεκαβασιλίκι», δηλαδή συγχρόνως τα αξιώματα τα «Βασιλιά» και του «Ραβδούχου».
Αν έφερνες «Ψωμά» δεν πάθαινες τίποτα. Αν όμως έφερνες «Κλέφτη» τότε περίμενες την τιμωρία που αποφάσιζε ο «Βασιλιάς» και εκτελούσε ο «Ραβδούχος».
Η τιμωρία ήταν ξυλιές στα χέρια με μια βέργα. Υπήρχε, βέβαια, διακύμανση στις ξυλιές, ανάλογα με τη δύναμη που έπεφταν. Έτσι, υπήρχαν οι σιγανές, οι δυνατές, οι καμινάτες και οι πυρκαμινάτες.
Κάθε παιδί έριχνε το στρουμπά με τη σειρά του. Γι' αυτό και οι ρόλοι εναλλάσσονταν αφού αν κάποιος έφερνε «Βασιλιά» ή «Ραβδούχο» έπαιρνε τον τίτλο από εκείνον που τον είχε πιο πριν.