Μια φορά, λέει, ήτανε παρέα στο σπίτι του Μισαήλη και κρασοπίνανε. Επειδή η παρέα ήτανε αναπάντεχη, κάποια στιγμή το φαγητό τελείωσε.
- Αθουλιά, λέει ο Μισαήλης στη γυναίκα του, φέρε μας πράμα να πιούμε το κρασί.
- Δεν έχω πράμα να σας σε φέρω, τέλειωσε το φαγητό, απαντά η Αθουλιά
- Ετέλειωσε το φαγητό; της λέει ο Μισαήλης; Ε, άμε να κόψεις τα αυτιά του χοίρου να τα βράσεις.